Του Βασίλη Γκιτάκου
Με
όχημα την κρίση και το μνημόνιο, με προσχηματικές δικαιολογίες την
μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων και το δημοσιονομικό όφελος και με
εργαλεία πίεσης και εκμετάλλευσης, την ανεργία, τον κοινωνικό
αυτοματισμό και τον κατακερματισμό των εργαζομένων, κυβέρνηση και
δανειστές μεθοδευμένα επιτίθενται στον κόσμο της εργασίας επιβάλλοντας
βίαιες «μετα(απο)ρρυθμίσεις» στην απασχόληση, την αμοιβή καθώς και στα
υπόλοιπα εργασιακά δικαιώματα.
Με
αφετηρία το δημόσιο τομέα, που δέχεται την προπαγανδιστική απαξίωση της
κυβέρνησης και των συστημικών ΜΜΕ, υλοποιούνται απολύσεις, εφαρμόζονται
νέες μορφές ελαστικών σχέσεων εργασίας, επιβάλλονται δραματικές
περικοπές σε μισθούς και συντάξεις και καταργούνται εργασιακά δικαιώματα
που με αγώνες δεκαετιών έχουν κατακτηθεί. Στον ιδιωτικό τομέα επικρατεί
καθεστώς ζούγκλας, ελαστικής και απλήρωτης εργασίας, χωρίς ασφάλιση και
εργασιακά δικαιώματα, ενώ ετοιμάζεται η απελευθέρωση των απολύσεων,
όπου θα πληγούν κυρίως οι εργαζόμενοι των τραπεζών, των «ΔΕΚΟ» και των
μεγάλων επιχειρήσεων.
Είναι
ξεκάθαρο ότι οι αλλαγές αυτές δεν γίνονται για να βγούμε από την κρίση,
από την ανθρωπιστική κρίση που μετέβαλαν την κρίση του κεφαλαίου. Είναι
ενταγμένες στην επιβολή «εργασιακού μεσαίωνα» για την ενίσχυση της
ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων με όρους συμπίεσης του κόστους
εργασίας και των δικαιωμάτων των εργαζομένων προκειμένου να υπάρξει
αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου και βίαιη αναδιανομή πλούτου σε
βάρος των εργαζομένων.
50.000
θέσεις «κοινωφελούς εργασίας» στο δημόσιο εκ των οποίων οι 35.000 στους
ΟΤΑ έχει εξαγγείλει και σύντομα θα υλοποιήσει η κυβέρνηση, προκειμένου
δήθεν να αντιμετωπίσει την υψηλή ανεργία, η οποία είναι κατασκεύασμα
δικό της, που προκύπτει από την πολιτική που εφαρμόζει και από τις
μνημονιακές δεσμεύσεις της προς τους δανειστές.
Η
θέση μας για την υποκατάσταση της μόνιμης και σταθερής εργασίας με τις
πολύμορφες ελαστικές σχέσεις εργασίας που εισάγει η κυβέρνηση
εξυπηρετώντας τις ανάγκες του κεφαλαίου και όχι τη μείωση της ανεργίας,
είναι ξεκάθαρη και απαντά ακόμη και στα ερωτήματα που προσχηματικά ή για
λόγους εντυπωσιασμού θέτουν κάποιοι που ήταν από τους πρώτους που
εφάρμοσαν ή στήριξαν στο παρελθόν με τη στάση τους την επισφάλεια και
ανασφάλεια της εργασίας.
Κατ’
αρχήν να ξεκαθαρίσουμε ότι πάγια θέση μας είναι η μόνιμη και σταθερή
εργασία για να καλύπτονται όλες οι ανάγκες των υπηρεσιών του δημοσίου
προς τους πολίτες.
Είμαστε
αντίθετοι με την μικρής διάρκειας, κακοπληρωμένη και χωρίς δικαιώματα
εργασίας που προάγουν τα προγράμματα «κοινωφελούς εργασίας» πεντάμηνης
διάρκειας, τα «voucher» ή όπως αλλιώς βαπτίζουν την κάθε μορφή ελαστικής
σχέσης εργασίας που μετατρέπει τους εργαζόμενους σε ωφελούμενους ή
ενοικιαζόμενους.
Οι
μισοί και παραπάνω, εργαζόμενοι για εμάς, ωφελούμενοι για την
κυβέρνηση, του προγράμματος «κοινωφελούς εργασίας» που θα προσληφθούν
για να καλύψουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες των Δήμων, κάτω από την
μνημονιακή απαγόρευση των προσλήψεων μόνιμου ή αορίστου χρόνου
εργαζομένων, θα χρησιμοποιηθούν στην υπηρεσία της καθαριότητας και
αποτελούν απτό παράδειγμα εκμετάλλευσης και παροχής «μαύρης» εργασίας.
Την
χαρακτηρίζουμε «μαύρη» εργασία, γιατί ο μόνιμος ή αορίστου ή ορισμένου
χρόνου εργαζόμενος ως εργάτης στην υπηρεσία καθαριότητας έχει κατώτατο
μισθό 780ευρώ ενώ από το πρόγραμμα ο εργαζόμενος έχει μηνιαίες αποδοχές
490ευρώ αν είναι πάνω από 25 ετών και 425ευρώ αν είναι κάτω από 25 ετών,
ο πρώτος εργάζεται βάση της Σ.Σ.Ε 32 ώρες την εβδομάδα(6,5 ώρες
ημερησίως), δικαιούται 3 ημέρες επιπλέον κανονική άδεια, μέσα ατομικής
προστασίας, ένα λίτρο φρέσκο γάλα ημερησίως, είναι ασφαλισμένος στη
κατηγορία των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων και λαμβάνει επίδομα
150ευρώ ανθυγιεινής και επικίνδυνης απασχόλησης, ενώ ο δεύτερος βάση της
σύμβασης του προγράμματος εργάζεται 40 ώρες εβδομαδιαίος (8 ώρες
ημερησίως), δεν δικαιούται καμία ημέρα κανονικής άδειας ούτε
αναρρωτικής, δεν δικαιούται μέσα ατομικής προστασίας, ούτε το ένα λίτρο
φρέσκο γάλα, είναι ασφαλισμένος με απλή ασφάλιση και δεν λαμβάνει το
επίδομα ανθυγιεινής και επικίνδυνης εργασίας των 150 ευρώ.
Ποιος
συμφωνεί με αυτούς τους διαφορετικούς όρους εργασίας που βίαια εισάγει η
νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης και δεν συμφωνεί ότι πρόκειται
για ακραία εκμετάλλευση των ανέργων;
Ακόμα
και αν δεχθούμε ότι οι συνθήκες που δημιουργούνται από τα βάρβαρα
μνημόνια και τους εφαρμοστικούς νόμους της κυβέρνησης και των δανειστών
και με την απαγόρευση των προσλήψεων μόνιμου προσωπικού, καθιστούν
«υποχρεωτική» την εφαρμογή τέτοιων προγραμμάτων, το συνδικαλιστικό
κίνημα οφείλει μέχρι την ανατροπή, που και αυτή δεν θα έρθει μόνη της,
να παλέψει και να απαιτήσει από την κυβέρνηση και τους αιρετούς της Τ.Α.
που γίνονται χρήστες των προγραμμάτων για να καλύψουν τα κενά στις
υπηρεσίες των Δήμων, να διασφαλίσουν ίσους όρους αμοιβής και εργασίας
και να δουν το προσωπικό που προσλαμβάνεται σαν εργαζόμενους με ίσα
δικαιώματα και όχι ωφελούμενους προγραμμάτων, όπως θέλει να τους
παρουσιάζει η κυβέρνηση.
Επίσης
ξεκάθαρη είναι η θέση μας για τον προσχηματικό επανέλεγχο της
μετατροπής των συμβάσεων από ορισμένου χρόνου και έργου σε αορίστου
χρόνου, που η παράταξή μας ΑΣΚ-ΟΤΑ/ΜΕΤΑ εξ αρχής έχει πρωτοστατήσει στον
αγώνα ενάντια στην προσπάθεια της συγκυβέρνησης να κατασκευάσει ενόχους
εργαζόμενους και να τους ρίξει στον καιάδα της ανεργίας, προκειμένου να
υλοποιήσει τις μνημονιακές δεσμεύσεις που εθελόδουλα έχει υποσχεθεί
στους δανειστές.
Η
άθλια προπαγάνδα της κυβέρνησης και του κ. Μητσοτάκη, ότι εμποδίζουμε
και αντιδρούμε για τον έλεγχο των πλαστών πτυχίων και αποδεικτικών έχει
καταπέσει και δεν την πιστεύουν ούτε οι πιο καχύποπτοι πολίτες πλέον.
Αντιδρούμε και θα συνεχίσουμε να αντιστεκόμαστε σε μια στημένη από την
κυβέρνηση διάταξη νόμου, που επειδή τα νούμερα των απολύσεων δεν τους
βγαίνουν από τους επίορκους και «πλαστούς», επινόησε τον
επαναπροσδιορισμό των κριτηρίων και των όρων μετατροπής των συμβάσεων
που έγιναν σε βάθος εικοσαετίας και επιχειρεί να αποδώσει ευθύνες στους
εργαζόμενους προκειμένου να τους θυσιάσει στο βωμό των μνημονιακών
απολύσεων που έχει δεσμευτεί στην τρόικα για το τέλος του έτους αλλά και
για τα επόμενα χρόνια, με απώτερο σκοπό την διάλυση και ιδιωτικοποίηση
των υπηρεσιών.
Θεωρούμε
ότι οι μετατροπές των συμβάσεων σε αορίστου χρόνου, είναι μετατροπή της
ομηρίας και της ανασφάλειας των εργαζομένων σε μόνιμη και σταθερή
εργασία που κατακτήθηκε μέσα από τους διαχρονικούς και επίπονους αγώνες
του συνδικαλιστικού – εργατικού κινήματος, που πολύ περισσότερο στα
χρόνια της μνημονιακής διακυβέρνησης της χώρας και με την εφαρμογή νέων
μορφών ελαστικής εργασίας και δουλείας, γίνεται επίδικο αγώνα.
Αν
θέλουν να αναζητήσουν ευθύνες για το πελατειακό κράτος που φτιάχτηκε
όλα τα χρόνια διακυβέρνησης από τις δυνάμεις εξουσίας Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ μην
ψάχνουν στους εργαζόμενους, αλλά στα κομματικά μαγαζάκια που είχαν
στήσει στο δημόσιο και στους δήμους και οι ευθύνες που απορρέουν από τα
νέα κριτήρια που θέτει η κυβέρνηση στις μετατροπές των συμβάσεων και το
διορισμό, βαραίνουν το πολιτικό προσωπικό των κομμάτων αυτών και όχι
τους εργαζόμενους.
Τιμητές
της διαφάνειας και της εξυγίανσης του δημόσιου τομέα δεν μπορούν να
γίνουν αυτοί που κατηγορούνται για διαφθορά, διαπλοκή και εμπλοκή σε
σκάνδαλα όπως της λίστας Λαγκάρντ, των υποβρυχίων, των αμυντικών
εξοπλισμών, του Βατοπεδίου της Siemensκαι πολλών άλλων.
Οφείλουμε
να στηρίξουμε τις δημοτικές αρχές που συμπαρατάσσονται με τον αγώνα των
εργαζομένων, δημιουργώντας κοινό μέτωπο αντίστασης και αντίδρασης στον
ΣΤΗΜΕΝΟ επανέλεγχο και την «αξιολόγηση» με υποχρεωτική ποσόστωση, που
οδηγεί σε απολύσεις εργαζομένων, στη διάλυση και κατάργηση των υπηρεσιών
προκειμένου να ιδιωτικοποιηθούν.
Οι
ΚΟΙΝΣΕΠ, ΜΚΟ, 5μηνα ΟΑΕΔ, προγράμματα ΕΣΠΑ-ΤΟΠΣΑ και η τελευταία
επινόηση του «εθελοντισμού», εισάγοντας ουσιαστικά τη μαύρη και απλήρωτη
εργασία στο δημόσιο και τους δήμους, που χρησιμοποιούν οι μνημονιακοί
αιρετοί της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στηρίζοντας τις επιλογές της
κυβέρνησης, δεν δίνει λύση στα αυξημένα προβλήματα των υπηρεσιών, που
σήμερα αδυνατούν να λειτουργήσουν στοιχειωδώς εξαιτίας της τεράστιας
έλλειψης προσωπικού. Αν θέλουν πραγματικά οι δήμαρχοι να υπερασπιστούν
τον δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα των υπηρεσιών, η άρση της
μνημονιακής απαγόρευσης των προσλήψεων μόνιμου προσωπικού πρέπει να
γίνει απαίτηση και να πιέσουν μαζί με τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα
προς αυτή την κατεύθυνση.
- Ο Βασίλης Γκιτάκος είναι επικεφαλής της ΑΣΚ-ΟΤΑ/ΜΕΤΑ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΠΟΕ-ΟΤΑ και του Γενικού Συμβουλίου του ΜΕΤΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου